ΟΙ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΤΟΥ ΟΣΙΟΥ ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΓΙΑ ΤΟ ΗΘΕΛΗΜΕΝΑ ΣΤΡΕΒΛΟ ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΟ ΜΑΣ ΣΥΣΤΗΜΑ...
ΑΓΙΟΣ ΠΑΙΣΙΟΣ:
«ΦΟΡΤΩΝΟΥΝ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ
ΜΕ ΠΟΛΛΑ…»
ΗΧΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΜΑΣ
ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥΣ
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΟΜΟΓΕΝΕΙΣ ΜΑΣ
ΚΑΙ ΤΟΥΣ ΕΛΛΗΝΕΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥΣ
(((
ΦΑΙΝΟΜΕΝΑ ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚHΣ ΕΞΑΡΣΗΣ
ΜΑΘΗΤΩΝ)))
62. ΡΥΠΑΝΣΗ
ΨΥΧΗΣ
Βρίσκονται
τα μικρά παιδιά
στης Κοινωνίας τα
πυρά.
Παίρνουν το δρόμο
της ζωής.
Αμαρτίες βαρειές, να
δείς !
Αρχίζουμε απ’
τους γονείς.
Άχρηστοι τύποι. Αδαείς.
Πάντα τα εκμεταλλεύονται.
Αυτά όμως δε
λέγονται.
Τι να πείς
για τους δασκάλους.
Κάνουν τα παιδιά
ρουφιάνους.
Βολεύονται απ’
τις περιστάσεις
και διαμορφώνουν καταστάσεις.
Αλλού κάνουνε
το φίλο
και τα σπάζουνε
στο ξύλο.
΄Οσα θέλουν προωθούνε.
Τα’
άλλα μέλλον δεν θα δούνε.
Γονείς, δασκάλοι και
λοιποί,
συνένοχοι μέσ’
στη σιωπή.
Δημιουργούνε
ενοχές,
να ελέγχουν τις
αγνές ψυχές.
Tους
τσακίζουν το Ηθικό.
Κεί δεν υπάρχει
γιατρικό,
Την Ψυχή
τους ν’ απαλύνει
για να νοιώσουνε
γαλήνη.
Απαιτούνε το
σεβασμό,
χωρίς δικαίωμα σ’αυτό.
Ο σεβασμός εμπνέεται.
Ποτέ δεν επιβάλλεται.
Η δίψα για
κατάκτηση.
Ηθική αγανάκτηση.
Αντί να
δείχνουνε στοργή,
καλλιεργούνε την Οργή !
Αυτά σε μία
εποχή,
που βασιλεύει
η Ανοχή.
Είν’ ΄Εγκλημα η Ανοχή.
Των παρατράγουδων αρχή.
Είναι σκέτη
συνεργία.
Η Ηθική Αυτουργία.
Μα όταν
ο ΄Ελεγχος χαθεί,
το χάσμα είναι
πιά βαθύ.
Αυτοί δείχνουν τα
βήματα,
στα πιο σκληρά
εγκλήματα.
Τιμή σε κείνα
τα παιδιά,
που έχουνε καλή
καρδιά !
Πειραιάς, Μάϊος 2002
Γεώργιος Βελλιανίτης
Παξινός Ποιητής
(Tω καιρώ εκείνω, είπεν ο παπαδοδάσκαλος του
Δημοτικού στο φτωχό μαθητή
του: Εσένα ο
πατέρας σου είναι
εργάτης. Πρέπει να
γίνεις και σύ
εργάτης. Τον χλεύαζε, απαξιώνοντάς
τον, επιβραβεύοντας τα παιδιά
φίλων του και
προυχόντων. Το παιδί απογοητευμένο
όσο προκατειλημμένο, δεν
προχώρησε. ΄Εγινε εργάτης. Τότε δε, οι
γονείς έλεγον. Βάρα δάσκαλε
το παιδί μου
να γίνει καλός
άνθρωπος. Οι δάσκαλοι
της εποχής, κτυπούσαν με
το παραμικρό δέρνοντας
αλύπητα τα μικρά,
αθώα, φτωχά παιδιά !!).
18.
ΠΑΤΡΟΣ ΑΛΙΕΩΣ
(ΠΡΟΚΑΤΑΛΗΨΗ)
Τότε
ήταν παιδί μικρό.
Επήγε στο Δημοτικό.
Το γέλιο φαίνοταν πικρό.
Επήρε το ενδεικτικό.
Η
Ελλάδα είχε Βασιλέα.
Αυτός πατέρα Αλιέα.
Τον
έβλεπαν με μισό μάτι.
Λές καί του
κράταγαν γινάτι.
Προχώρησε ακόμα πέρα.
Δύσκολα ήταν κάθε μέρα.
Επιφυλακτικοί οι δασκάλοι.
Η
απορία του μεγάλη.
Πήρε
κι αυτός ένα χαρτί,
Μά
πάντα υπήρχε το γιατί.
΄Εγραφε " Πατρός Αλιέως".
Ο όρος πιά, δεν ήταν νέος.
΄Ηρθανε, πέρασαν τα
χρόνια,
φάνηκαν στα μαλλιά του χιόνια.
Κανείς δεν του έκανε χάρη.
Τώρα το βλέπει με καμάρι.
Είναι
φορές που τα θυμάται,
σαν κάποια νύχτα δεν κοιμάται.
Καί
νοιώθει περιφρόνηση,
γιά
όσους δεν είχαν φρόνηση.
Πειραιάς, Δεκέμβριος 2001
Γεώργιος Βελλιανίτης
Παξινός
Ποιητής
Πηγή. ΟΙΜΟΣ ΑΘΗΝΑ
Κυριακή, 22 Οκτωβρίου 2017
Αναρτήθηκε από Romanos στις 12:07 π.μ.
‘Ελεγε ο όσιος Παΐσιος:
“Βλέπω παιδιά ποὺ ἔχουν τελειώσει ὄχι μόνο Λύκειο ἀλλὰ καὶ Πανεπιστήμιο νὰ γράφουν κάτι γράμματα, νὰ κάνουν κάτι λάθη… Ἐμεῖς τοῦ Δημοτικοῦ ἤμασταν καὶ τέτοια λάθη δὲν κάναμε. Καὶ ἄν εἶναι φοιτητές τῆς Φιλολογίας ἤ τῆς Νομικῆς, κάτι γίνεται.
Ἄν εἶναι ἄλλης Σχολῆς, δὲν ξέρουν νὰ γράψουν. Ἐνῶ τὸ Σχολαρχεῖο παλιά ἦταν… (σαν Πανεπιστήμιο).
Ἐδῶ βλέπεις καὶ στὸ Δημοτικό πόσα μάθαιναν τότε τὰ παιδιά, πόσο μᾶλλον στὸ Σχολαρχεῖο!
Σήμερα τὰ φορτώνουν ἕνα σωρό καὶ τὰ μπερδεύουν. Τὰ μπουχτίζουν στὰ γράμματα χωρίς πνευματικό ἀντιστὰθμισμα. Στὰ σχολεῖα τὰ παιδιά πρέπει πρῶτα νὰ μαθαίνουν τὸν φόβο τοῦ Θεοῦ.
Μικρά παιδιά νὰ πᾶνε νὰ μάθουν ἀγγλικά, γαλλικά, γερμανικά –ἐνῶ Ἀρχαῖα νὰ μή μάθουν – μουσική, τὸ ἕνα, τὸ ἄλλο… Τί νὰ πρωτομάθουν; Ὅλο γράμματα καὶ ἀριθμούς καὶ ἐκεῖνα ποὺ εἶναι νὰ μάθουν, γιὰ τὴν Πατρίδα τούς κ.λπ., δὲν τὰ μαθαίνουν. Οὔτε πατριωτικά τραγούδια οὔτε τίποτε.
Πιάσε ἕνα ἀπὸ τὰ σημερινά παιδιά τώρα καὶ ρώτησε τὸ: «Σὲ ποιό νομό εἶναι τὸ χωριό σου; Πόσο πληθυσμό ἔχει;». Δὲν ξέρει νὰ σοῦ πῆ. Σοῦ λέει: «Θὰ πάω στὸ Πρακτορεῖο, θὰ πάρω τὸ λεωφορεῖο καὶ θὰ μὲ πάη στὸ χωριό. Ἀφοῦ ξέρει ὁ εἰσπράκτορας, θὰ τοῦ πῶ ὅτι θέλω νὰ πάω στὸ τάδε χωριό, θὰ πληρώσω καὶ θὰ μὲ πάη».
Ἐμεῖς στὸ Δημοτικό ξέραμε ὅλον τὸν κόσμο ἄπ΄ ἔξω. Γιατί ἔπρεπε νὰ ξέρης ἄπ΄ ἔξω τὶς πόλεις ὅλων τῶν κρατῶν ἀπὸ πεντακόσιες χιλιάδες κατοίκους καὶ ἄνω. Μετά ἔπρεπε νὰ ξέρης τὰ μεγαλύτερα ποτάμια στὸ φάρδος καὶ στὸ μάκρος καὶ τὰ ἀμέσως μικρότερα, τὰ μεγαλύτερα βουνά κ.λπ. –πόσο μᾶλλον τῆς Ἑλλάδος!
Τὸ ἔχω δεῖ καὶ σὲ μεγάλους ὄχι μόνο σὲ μικρά παιδιά· φοιτητής νὰ μήν ξέρη πόσους κατοίκους ἔχει ἡ πόλη στὴν ὁποία σπουδάζει! Ρώτησα ἕναν ποιό εἶναι τὸ μεγαλύτερο βουνό τῆς Ἑλλάδος, καὶ δὲν ἤξερε. Ποιό εἶναι τὸ μεγαλύτερο ποτάμι, τίποτε. Τὸ πιὸ μικρό, οὔτε αὐτό. Φοιτητής καὶ νὰ μήν ξέρη τίποτε γιὰ τὴν Πατρίδα του!
Θὰ΄ ρθοῦν μετά οἱ … «φίλοι»μας, οἱ γείτονες, καὶ θὰ τοῦ ποῦν: «Αὐτή δὲν εἶναι πατρίδα σου· εἶναι πατρίδα δική μας», καὶ θὰ τούς ἀπαντήση: «Καλά λέτε, ἔτσι εἶναι»! Καταλάβατε; Ἐκεῖ πᾶμε! Ἄν ρωτήσης ὅμως τὰ σημερινά παιδιά γιὰ τὸ ποδόσφαιρο ἤ γιὰ τὴν τηλεόραση, τὰ ξέρουν ὅλα καὶ ὅλους ἄπ΄ ἔξω.
Καὶ βλέπεις, ἦρθαν παιδιά ἀπὸ τὴν Ἀλβανία καὶ ἤξεραν γράμματα. «Ποῦ τὰ μάθατε τὰ γράμματα;», ρωτᾶς τούς Βορειοηπειρῶτες. «Στὶς φυλακές», σοῦ λένε. Ἐκεῖνα τὶς φυλακές τὶς ἔκαναν σχολεῖα.
Τὰ δικά μας τὰ παιδιά τὰ σχολεῖα τὰ ἔκαναν φυλακές· κλείστηκαν μόνα τους μέσα μὲ τὶς καταλήψεις… Τὰ παιδιά σήμερα, ἰδίως στὴν ἐφηβική ἡλικία, εἶναι ζαλισμένα· πιὸ πολύ στὸ Γυμνάσιο καὶ στὸ Λύκειο. Στὸ πανεπιστήμιο εἶναι πιὸ ὥριμα. Ἐκεῖ ἄλλωστε, ὅποτε θέλουν πηγαίνουν.
Καὶ ἀντί νὰ λάβουν ὁρισμένα μέτρα γιὰ τὴν παιδεία, κάνουν χειρότερα. Καὶ ὅλα, βλέπω, τὰ πνευματικά πώς τὰ ἀλλοιώνουν. Ἄκου τώρα προσευχή (1) σὲ ἀναγνωστικό τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου: «Παναγιά μου, τὸ μωρό σου εἶναι τὸ πιὸ ὄμορφό του κόσμου»! Βρέ, τί πάθαμε!
Παλιά τί μάθαιναν τὰ παιδιά στὸ σχολεῖο καὶ τώρα τί μαθαίνουν! «Γιδούλα τετραπέρατη, κατσικοστριφτοκέρατη, μάσε τὰ διαβολάκια σου… νὰ κάνουν κατσικόγαλο, νὰ φᾶνε τὰ ἐγγονάκια σου, τὰ τρελλοδιαβολάκια σου» (2). Ἄντε τώρα νὰ μαθαίνουν τέτοια πράγματα μικρά παιδιά!
Ἀλλά τὸ κάνουν γιὰ νὰ προβάλουν τὸν διάβολο, ὅποτε ἀπὸ τὴν ἄλλη οἱ Σατανιστές κάνουν τὴν δουλειά τους. Ὁ Θεὸς νὰ βάλη τὸ χέρι Του, γιατί τώρα δὲν βοηθιοῦνται νὰ ἀλλοιώνωνται τὰ παιδιά, μὲ τὴν καλή ἔννοια, ἀλλὰ νὰ δαιμονίζωνται.
Καὶ μὲ τὶς γνώσεις ποὺ παίρνουν, δὲν μαθαίνουν νὰ δουλεύουν καθόλου τὸ μυαλό, γι’ αὐτὸ δὲν παίρνει στροφές. Ἀλλά μυαλό ποὺ δὲν παίρνει στροφές ἔχει ἀντάρα μέσα.
Αὐτοί ποὺ ἔκαναν ἐφευρέσεις, δούλευαν τὸ μυαλό τους. Βρίσκονταν σὲ μία ἀνάγκη, σκέφτονταν πῶς θὰ τὴν ξεπεράσουν. Σήμερα οἱ περισσότεροι κοιτάζουν τί γράφουν τὰ βιβλία, τί γράφουν οἱ σημειώσεις.
Σ΄ αὐτὰ παραμένουν· τίποτε παραπάνω καὶ ὅλο νούμερα καὶ ἀριθμούς ἔχουν· αὐτή ἡ βίδα στὸ νούμερο 1, ἡ ἄλλη στὸ νούμερο 2, καὶ ἄν τύχη νὰ πάθη τίποτε καμμιά βίδα καὶ δὲν δουλεύη τὸ μηχάνημα, ἀμέσως: «Νὰ φωνάξουμε τὸν μηχανικό».
Δὲν τούς κόβει νὰ πάρουν μία λίμα, νὰ ἀνοίξουν λίγο τὴν τρύπα, γιὰ νὰ χωρέση ἡ βίδα, ἤ νὰ πάρουν λίγο πλαστικό, νὰ τυλίξουν τὴν βίδα, γιὰ νὰ σφίξη, ἀλλὰ ἀμέσως: «Νὰ φωνάξουμε τὸν μηχανικό», λένε.
Τί νὰ πῶ; Καὶ οἱ τηλεοράσεις καὶ τὰ ἄλλα μέσα ἔχουν ἀποβλακώσει σήμερα τὸν ἄνθρωπο. Καὶ ἔξυπνοι ἄνθρωποι γίνονται τελικά κασσέττες.
Θέλω νὰ τονίσω δηλαδή πώς ὁ ἄνθρωπος πρέπει νὰ δουλεύη τὸ μυαλό. Ὅλη ἡ βάση ἐκεῖ εἶναι. γιατί, ἄν δὲν δουλεύη τὸ μυαλό, μαθαίνει, ἄς ὑποθέσουμε, τώρα αὐτό, θὰ μπερδευθῆ ὕστερα στὸ ἄλλο. Γι’ αὐτὸ σκοπός εἶναι νὰ γεννάη τὸ μυαλό του, νὰ βρίσκη λύσεις. Ἄν δὲν γεννάη, τότε εἶναι ὑπανάπτυκτο.
ΠΗΓΗ & ΟΙΜΟΣ ΑΘΗΝΑ