36. Η ΚΕΡΑ ΚΑΛΗ
Νοικοκερά η κερά Καλή. Στα δεύτερα της –ήντα.
Με ψυχική την ομορφιά, ν' αναπολεί τα νειάτα.
Σ'ενός ονείρου την σκιά, ξεχνιέται. Ξανανειώνει.
Τότε ξεχνά πως κάθε τι, ζει μόνο στον καιρό του.
Σαν η Κερά Καλή ποτέ, τα νειάτα δεν εχάρη,
κάτω απ' του ανδρός τις προσταγές και μικροπαντρεμένη.
Στους ώμους της κρεμότανε το βάρος της κολόνας.
Δεν εγονάτισε ποτές. Ολόρθη. Παλληκάρι.
Μετάλλια φορτώθηκε, μες στης ζωής τον τοίχο .
Τα ροζιασμένα δάκτυλα, στα μάγουλα οι ρυτίδες,
απ' των καιρών το πέρασμα. Στολίδια του προσώπου .
Λοιπόν στο χθες η ομορφιά καρδιές είχε μαράνει.
Τρία κάστρα ανάστησε. Τρεις πύργους σιδερένιους.
΄Οταν την βρήκε ο κεραυνός, δεν λύγισε τον βράχο.
Με την πυγμή πολέμησε. Εστάθηκε ολόρθη.
Με της ψυχής την ομορφιά. Τα μάτια μόνο δείχνουν.
Εκείνη που η κερά Καλή, έκλεινε μες στα στήθια.
Ο βράχος ήταν ριζιμιός. Δεν εταρακουνιόταν.
Στεκότανε μοναχικός χειμώνες, καλοκαίρια,
ενώ ξέχασε ότι καρδιά μπορεί να 'χε στο βάθος.
Όταν ο ήλιος όψιμος είπε να την φωτίσει
να την ξυπνήσει ώριμα ξανά η καρδιά απ' τον ύπνο.
Στον ξύπνιο της το όραμα εθάμπωσε τα μάτια .
Η ψυχή αφέθηκε για λίγο κι ονειρεύτη.
Μοίρα πως είχε στην χαρά, να την καλωσορίζει .
Σ' ένα χαμόγελο γλυκό άρχισε να ελπίζει
ότι μπορεί απ' της χαράς το μερτικό να πάρει .
Μα σαν το χέρι άπλωσε λέγοντας καλησπέρα
πολύ βαρύ το τίμημα, για της Καλής την πίστη.
Εθόλωσαν για μια στιγμή τα καθαρά τα μάτια.
Όμως γοργά καθάρισαν. Σαν το κρουστάλλι βλέπουν.
Παράκαιρα δεν γίνεται, τ’ όνειρο ν'αντικρύσει.
Τι κι αν σκληρή η απόφαση, στης άρνησης τον πόνο .
Ευθύ το βλέμμα απόμεινε. Κρυμμένος μένει ο πόνος.
Στα χείλη το χαμόγελο πάλι είναι κολλημένο.
Μες στην γαλήνη της ψυχής, ο πόνος λησμονιέται .
Τιμή Θεού. η Κερά Καλή ποτέ δεν ξεπουλιέται.
Νότιος Αφρική, 20 Μαϊου 2014
Μαρούλλα Πανάγου
Κύπρια Ποιήτρια