204.
ΨΑΛΜΟΣ ΕΒΔΟΜΗΚΟΣΤΟΣ ΕΒΔΟΜΟΣ
ΜΑΣΤΟΥΡΩΜΕΝΟΥ ΑΛΗΤΑΡΑ ΝΤΑΛΙΚΕΡΗ, ΤΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ.
Διά του παρόντος επιθυμώ να Σε ευχαριστήσω Κύριε για τη βοήθειά
Σου σε δύσκολες περιστάσεις, οδήγησης. Υπόθεση Μαστούρας:
Μήνας Αύγουστος. Σούρουπο, κατευθυνόμενος από Αθήνα προς Πάτρα,
με τον ήλιο να δύει μπροστά μου.
Καινούργιος σχετικά οδηγός, άνω των 40. Είχα χρόνια δίπλωμα αλλά δεν
ωδηγούσα συνεχώς ελλείψει
αυτοκινήτου. Πείρα ανεπαρκής. Ωδηγούσα μόνος. Μετά μία περίπου
ώρα από
τα διόδια Κιάτου, αν δεν κάνω
λάθος, βρέθηκα σε τμήμα της Εθνικής οδού
με δύο λωρίδες. Προσπέραση δεν γινόταν. Μπροστά μου δύο
βόδια 50 έως
55 ετών σε ένα αγροτικό ημιφορτηγάκι πηγαίνοντας χαλαρά, κουβεντιάζοντας. Πρόσεξα στον καθρέστη μία μεγάλη νταλίκα πλησιάζουσα
γρήγορα. Ο οδηγός όπως τον
έκοψα, ένας τριανταπεντάρης Αληταράς
΄Αλφα Κλάσεως. Ξυρισμένο κεφάλι
εκείνη την εποχή, σαν
τον τελευταίο των Μοϊκανών.
Στο αριστερό αυτί ασημένιο στρογγυλό σκουλαρίκι. Πλησίασε σε απόσταση
τριών μέτρων περίπου έτοιμος να περάσει
από πάνω
μου. Στο πρόσωπό του υπήρχε ένα αδιόρατο κοροϊδευτικό χαμόγελο. Υπέθεσα ότι ήταν αλλοδαπός.
Κατάλαβα. Ο Τύπος ήθελε πλακίτσες επειδή για κακή μου τύχη είχα στο
πίσω τζάμι προληπτικά το κεφαλαίο κόκκινο Ν του νέου οδηγού. ΄Εκανα νοερά την προσευχή
μου, αφού έβλεπα ότι με επλησίαζε
επανειλημμένως, σκεπτόμενος να
με ακουμπήσει για του
νταλικέρη, το ύφος του οποίου
θύμιζε μαστούρη, αναγκάστηκα να κορνάρω
κατ’ επανάληψη στα
βόδια τους αγρότες, είτε
να επιταχύνουν να
με στραπατσάρει. Το αυτοκίνητό
μου, ένα άσπρο ΝΙSSAN MICRA 1991
αξιόπιστο καινούργιο, δυστυχώς πολύ
ελαφρύ. Κατόπιν επιμόνων προσεγγίσεων είτε
να κάνουν λίγο δεξιά
όταν φαινόταν ο χώρος κατάλληλος να
προσπεράσω μήπως γλυτώσω από
το μαστούρη αληταρά. Αυτοί δεν
καταλάβαιναν.΄Ηρεμοι, αναίσθητοι, άνετοι. ΄Ετρεχε
ο ιδρώτας ποτάμι, τα χέρια
μου ψιλογλυστρούσαν στο τιμόνι, η
πίεση στο 25 η δε καρδιά
μου κτυπούσε χαρμόσυνα
σαν ξεχαρβαλωμένη καμπάνα. Η πλάκα συνεχιζόταν. Ο νταλικέρης πίεζε
ασφυκτικά ενώ έβλεπε σε
ποια κατάσταση βρισκόμουν
χωρίς να μπορώ
να του ανοίξω
το δρόμο. Συνέχισα να
κορνάρω στα βόδια
τους αγρότες αλλά
τίποτε. Η πλάκα διήρκεσε
για δέκα λεπτά, ίσως περισσότερο. Όπως υπέθεσα
εκ των υστέρων ο αληταράς με πίεζε
να κάνω προσπέραση
εκεί που δεν έπρεπε,
να διακινδυνεύσω, προκειμένου να περάσει
πάση θυσία. Προσπάθησε μάλλον ο καϋμένος να μου
δώσει ένα καλό
μάθημα αφού είδε
ότι είχα το
σήμα «Ν» Νέου Οδηγού. Αντί να
με προστατέψει, προσπαθούσε να
με σκοτώσει, παρά τα
αλάρμ που είχα συνεχώς
αναμμένα και τα έντονα κορναρίσματά με
τα οποία μετέδιδα
μήνυμα ότι βρισκόμουν σε
κίνδυνο… Σε μια στιγμή αντελήφθην ότι ο δρόμος σε μια
ελαφρά στροφή ήταν ισόπεδος με το
έδαφος, έχοντας στην άκρη όμως
ένα στρώμα χαλικιού, λίαν επικίνδυνο για μαγκιές.
΄Εκοψα ταχύτητα βγαίνοντας όσο προσεκτικά
μπορούσα από το
δρόμο παρεκκλίνοντας στην
εκεί ανοικτή στροφή
με το γαρμπίλι
ελπίζοντας ότι δεν
θα χάσω τον
έλεγχο του αυτοκινήτου,
φρενάροντας ελαφρά αρκετές
φορές μέχρι να το σταματήσω. Μηχανικά φρένα, χωρίς ΑΒS. Τα κατάφερα. Βγήκα από το δρόμο χωρίς
ιδιαίτερο πρόβλημα, χωρίς
να σπινιάρει πολύ το αμάξι. Είδα
το Χάρο τη
νταλίκα να περνάει ξυστά δίπλα
μου αλλά δεν
μπορούσε να με
αγγίξει διότι θα
έχανε την πορεία
της και θα πήγαινε
κατά διαόλου μεριά αρκετά μακρυά
μου. Πως προσπέρασε το φορτηγάκι
με τα δύο ανθρωπόμορφα ζώα, ούτε
που το πήρα
χαμπάρι. Η Ψυχολογία της Στιγμής πέτυχε. Σταμάτησα λιγάκι
μήπως ηρεμήσω.
Συνεχίζοντας είδα ότι ο δρόμος είχε
αρχίσει να ανοίγει
ύστερα από αυτό το
σόου. Βλέποντας ότι ήταν άδειο το
αντίθετο ρεύμα, προσπέρασα τους ηλίθιους
αγρότες με έντονα αγανακτισμένα κορναρίσματα, αλλά πάλι
φαινόταν στον κόσμο
τους. Ούτε με κοίταξαν. Κουφοί ήτανε? Μπύρες ήπιανε;
Το σόου όμως δεν
είχε τελειώσει. Με την
ταχύτητα που είχε το αμάξι
μου, πλησίασα την νταλίκα η οποία
πήγαινε τραγουδώντας ήρεμα.
Μόλις με
αντελήφθη ο αληταράς
οδηγός της, άρχισε να
μου κλείνει το
δρόμο για να
μην τον προσπεράσω
κόβοντας κάθε τόσο
ταχύτητα για να
πέσω πάνω του. Ζύγισα
την κατάσταση και
περίμενα καραδοκώντας,
παριστάνοντας τον ήρεμο. Όταν πιά βρέθηκα
σε δρόμο
χωρίς νησίδα μεν αλλά με
περισσότερες λωρίδες, εκεί που
πήγαινα φαινομενικά ήρεμος, κοιτάζω πίσω μου βλέπω
ελεύθερο τοπίο, κοιτάζω μπρός μου
βλέπω
πάλι ελεύθερο τοπίο,
οπότε έχοντας αριστερό φλάς επιταχύνω
όσο μου επέτρεπαν
οι δυνάμεις και τα
αντανακλαστικά μου, προσπερνώντας επί
τέλους αιφνιδιαστικά την
καταραμένη νταλίκα με
συρόμενο παρακαλώ. Ο θεοπάλαβος
οδηγός φάνηκε να με
κυνηγάει, όμως ο δρόμος ήταν πλέον
ίσιος, σχετικά άδειος. Συνέχισα την πορεία
μου με 130
ή 140 υποθέτω, αφήνοντας τον
σημαδούρα οδηγώντας στη συνέχεια πιο
αργά αλλά σχετικά γρήγορα, ώσπου τελικά τον
έχασα.
Στην πρώτη στάση που έκανα, έβγαλα το ευλογημένο κόκκινο κεφαλαίο
Ν του νέου οδηγού βρίσκοντας επί τέλους την
ησυχία μου. Τι να σου κάνω!
Εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν κινητά να
του αλλάξω τα
πετρέλαια, ενώ εκείνος μου άλλαξε
για καλά τα φώτα.
Ευχαριστώ Κύριε για τη
βοήθειά Σου σε αυτή την
τόσο δύσκολη περίπτωση. Φώτιζε τον κόσμον Σου
όταν οδηγεί να μην κάνει ανόητες πλάκες
ρισκάροντας εντελώς άσκοπα τη ζωή
του, παίρνοντας ωστόσο στο
λαιμό του άλλους που
δεν φταίνε, ώστε να Σε δοξάζομεν εις
τους αιώνας. Αμάν. Αμάν. Αμήν!
Πειραιάς, Ιούλιος 2015
Γεώργιος Βελλιανίτης
Παξινός Ποιητής
ΚΑΝΕ Ο,ΤΙ ΣΟΥ
ΛΕΩ. ΜΗΝ ΚΑΝΕΙΣ Ο,ΤΙ ΚΑΝΩ.
119. AΠΑΞΙΩΣΗ ΤΩΝ ΠΑΝΤΩΝ
Τα πάνω κάτω έρχονται.
Όλα
είναι μαύρο χάλι.
Βλέπεις πιά όλα τα τρελά.
Σου φεύγει το κεφάλι.
΄Ο,τι είναι σήμερα σωστό,
εχθές ήτανε λάθος.
Τώρα εσύ καθάρισε
και μέτρησε το βάθος.
Κι ό,τι ήτανε λάθος χθές,
είναι ορθό εσήμερα.
΄Ετσι αποδεικνύεται
πως όλα είν’ εφήμερα.
Δεν είναι λάθος ή σωστό
όταν σου λέν’ το κάθε τί.
΄Ολοι έχουν κρυφό σκοπό.
Ψάξε να μάθεις το γιατί.
Εκείνοι σε καθοδηγούν
δήθεν για το
καλό σου.
Μα κατά βάθος θέλουνε
να βρείς το διάολό σου.
Να περνάει το δικό τους.
Εσένα να σε πατήσουν.
Δεν έχουνε το Θεό τους.
Πάνε εις βάρος σου να ζήσουν.
Συνεχώς μας ποτίζουνε
με τις δικές τους ηθικές,
ενώ οι ίδιοι εκτελούν
τις πιο αχρείες πρακτικές.
Θέλουνε να μας έχουνε
πειθήνια όργανά τους
να εξυπηρετούμε εμείς
τα’ άθλια σχέδιά τους.
Ως κι οι Θεματοφύλακες
τα ιερά λεηλατούν.
Υπάρχουν μικροί θήλακες,
λένε. Για να μας απατούν.
Μην ακούς μεγαλύτερους
όταν σου ρίχνουν ενοχές.
΄Ετσι κρύβουν τα πάθη τους.
Αλλάζουνε οι εποχές.
Σου λένε δήθεν το σωστό,
να σε παραπλανούνε.
Αυτοί σταυρώνουν το Χριστό.
Εσένα, σ’ αδικούνε.
Κάνουν μετάνοιες και σταυρούς.
Παριστάνουν τους ευσεβείς.
Eσύ όμως μην τους ακούς.
Αυτοί, είναι οι πιο ασεβείς.
Βλέπουμε ότι συνεχώς αλλάζουνε
οι νόμοι.
Τά πάντα έρχονται στο Φώς.
Ανοίγουν νέοι δρόμοι.
Τι να το κάνεις τώρα πιά
όταν αλλάζουν γνώμη.
Ό,τι κιάν πούνε είν’ αργά.
Δεν ωφελεί η συγγνώμη.
Aλλάζουνε οι εποχές.
Τους έξυπνους εκάνανε.
Όμως μένουν οι ενοχές.
Κι εμάς, μας ετρελάνανε.
Πειραιάς, Δεκέμβριος 2008
Γεώργιος Βελλιανίτης
Παξινός Ποιητής