162.
Ο
ΓΕΙΤΟΝΑΣ Ο ΠΑΛΑΒΟΣ
Ο γείτονας ο παλαβός
λέει πως είναι
σοβαρός.
Σου κάνει
το παληκάρι.
Το καυχιέται
με καμάρι.
Πιστεύει ότι είναι
ικανός.
Δεν δίνει
λόγο κανενός.
Μα έχει
άρρωστο μυαλό.
Δεν ξέρει
ποιό είναι το
καλό.
Τον πιστό φίλο
σου κάνει.
Όμως πολλά λάδια
χάνει.
Να του
κάνεις το δικό
του,
΄Ο,τι
έχει στο μυαλό
του.
΄Ετσι με
το παραμικρό,
σου
δίνει ποτήρι πικρό.
Θαρρεί πως κάνει
το σωστό
και σε τρελαίνει στο λεπτό.
Πάντα ναι
λένε στον τρελό.
Πρέπει
να κάνεις τον
καλό.
Tη μια λέει καλημέρα
την άλλη
σε κάνει πέρα.
Γιατί θέλει
τσατσιλίκια.
Πιο κουτός
απ’ τα ραδίκια.
΄Αν
δεν κάνεις το
δικό του
τότε σε
κάνει εχθρό του.
Χάπια δεν θέλει
να παίρνει.
Η
βλακεία του τον
δέρνει.
Σπίτι του είναι
σατράπης
και φωνάζει
σαν χασάπης.
Ποιος να
τον πάει στο
γιατρό.
Το θεωρεί
πολύ χοντρό.
Λέει εγώ
είμαι καλά.
Του έχουν
στρίψει τα μυαλά.
Αντίρρηση μην του
φέρεις.
Κάτι δεν θα καταφέρεις.
΄Εκανε το σπίτι
μύλο.
΄Ολοι
τρέμουνε σαν φύλλο.
Τη γυναίκα
και το γιό
του
που δεν κάναν το δικό του,
τους έπιασ’
από το λαιμό.
Αυτοί το έχουνε
καϋμό.
΄Ολους τους βρίζει
απαθής.
Τους
λέει σκάρτους, ασταθείς.
Κάθε
τρελός παρεξηγεί.
Όπως θέλει
τα εξηγεί.
Πειραιάς, Ιούνιος 2011
Γεώργιος
Βελλιανίτης
Παξινός Ποιητής