125. Ο AΠΑΤΕΩΝΑΣ
Συναντάς σε κάθε βήμα
ένα έξυπνο μπουμπούκι.
Που κοιτάει να σου φάει
ό,τι έχεις στο σεντούκι.
Κάνει ότι είναι φίλος
μα λυσσομανά σα σκύλος.
Είναι τόσο λιμασμένος.
Πολύ αποφασισμένος.
Μια με αμάκα μιά με τράκα
σε χώνει μέσα στη φάκα.
Σού κάνει το παλληκάρι.
Περπατάει με καμάρι.
Πουλάει εμπιστοσύνη.
Φέρεται με καλωσύνη.
Σου τη στήνει με το γάντι
για να σου βγάλει το μάτι.
Πρώτα ρίχνει τους δικούς του.
Τους βλέπει όλους εχθρούς του.
Δεν έχει όσιο και ιερό.
Τους κοπανάει στο σταυρό.
Γιατί δεν το περιμένουν.
Τελικά άναυδοι μένουν.
Όταν στον ύπνο σε πιάσει
έρχεται τούμπα η πλάση.
Του δανείζεις ότι έχεις
μα στο τέλος όμως τρέχεις.
Σου κόβει την καλημέρα.
Mε τρόπο σε κάνει πέρα.
Δανεικά και αγύριστα.
Πάρε τα’ αυγά και ξύριστα.
Πάει πιά το φιλότιμο.
Εχάθηκε το άτιμο.
Αυτό όμως δεν πουλιέται.
΄Ετσι ο άνθρωπος γεννιέται.
΄Ο,τι κάνεις το παθαίνεις.
Απ’ τα λάθη σου μαθαίνεις.
΄Ερχεται όμως η ώρα
που όλα βγαίνουν στη φόρα.
Τότε ο πατεώνας
Χάνεται από την πιάτσα.
Γίνεται ο ίδιος στόχος
και του βλαστημούν τη ράτσα.
Τότε πιά χάνει τα πάντα.
Τονε κάνουνε στην πάντα.
΄Ερχεται μία ανάγκη.
Κι έτσι πέφτει στο φαράγγι.
Είναι περιφρονημένος.
Απ’ όλους κυνηγημένος.
Γι αυτό ο λαός μας λέει:
ΤΑ ΚΑΚΑ ΣΥΝΑΖΟΜΕΝΑ ΣΕ ΚΑΚΕΣ ΑΠΟΘΗΚΕΣ.
Ο ΨΕΥΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΧΡΟΝΟ ΧΑΙΡEΤΑΙ.
Πειραιάς, Φεβρουάριος 2010
Γεώργιος Βελλιανίτης
Γεώργιος Βελλιανίτης
Παξινός Ποιητής